Πέμπτη, Ιουλίου 20, 2006

Οι ιδανικές διακοπές


- Μακρυά από τους αγύρτες των ακτοπλοϊκών, με τα συνεχώς "υπό επισκευή" σαπιοκάραβά τους, την έλλειψη σεβασμού σε αυτόν που πληρώνει, την βρωμιά και το απαράδεκτο φαγητό, στα περισσότερα από τα πλοία που εκτελούν τα δημοφιλή δρομολόγια, προς Κυκλάδες, Κρήτη κλπ.
- Μακρυά από τις παραλίες που γεμίζουν ασφυκτικά, με τον έναν να κάθεται δίπλα στον άλλο, τα ψώνια που αλείφονται με λάδια λες και είναι ντοματοσαλάτες, τις πλαστικές "αιθέριες υπάρξεις" που λέει και ο σιχαμερός Λιάγκας, του κατ'ευφημισμόν δελτίου ειδήσεων του Star, που διαγωνίζονται η μία την άλλη σε πορνό αισθητική παραλίας (προτιμώ τα αυθεντικά πορνό, είναι πιο ειλικρινή στις προθέσεις τους τουλάχιστον), τις οικογένειες με τις φωνές, τα ταπεράκια και τα καταπιεσμένα ένστικτα, τους πλανώδιους πωλητές που δεν σου αφήνουν ούτε μια στιγμή σιωπής στην ησυχία της, τους απατεώνες με τις reserve ξαπλώστρες, τις δυνατές μουσικές super-market από τα παραπλήσια cafe-bar της συμφοράς και ο κατάλογος είναι μακρύς!
- Μακρυά από τους απατεώνες ιδιοκτήτες rooms-to-let, με τα εξωφρενικά ενοίκια
- Μακρυά από τη μαζική υστερία των διακοπών του Αυγούστου, όπου φεύγεις για 15 μέρες και γυρνάς πίσω αποκαμωμένος απ' όλα τα παραπάνω...
Δεν υπάρχουν ιδανικές διακοπές, γιατί είναι τέτοια η προσμονή, που τις κάνει να μοιάζουν με άπιαστο όνειρο, με φυγή στην arcadia, που όμως δεν υπάρχει τις περισσότερες φορές παρά μόνο σε αρχεία του powerpoint, που καταφθάνουν μαζικά μέσω e-mail, για να σου θυμίσουν πως θα έπρεπε να είναι πραγματικά οι διακοπές.

Υπάρχουν όμως τρόποι να αποφύγεις όλη αυτή τη λαίλαπα της κακογουστιάς, να αντισταθείς σε όλους αυτούς που καπηλεύονται το όνειρο της φυγής, για να βγάλουν τα σπασμένα μιας ολόκληρης χρονιάς, να μην ενδώσεις στην καλοστημένη (με την ανοχή των απανταχού υπεύθυνων και ιθυνόντων) αρπαχτή που συντελείται κάθε, μα κάθε χρόνο, στον τόπο μας.
Γιατί δεν:
- μαζευόμαστε παρέες 4-6 ατόμων, να νοικιάσουμε ένα σκάφος, μαζί με τον skipper του, και να εξερευνήσουμε ερημικές, απάτητες παραλίες; Ούτε rooms-to-let, ούτε παλαβά ενοίκια, ούτε reserve ξαπλώστρες... Στη χειρότερη των περιπτώσεων, μερικά χάπια για τη ναυτία.
- Διαλέγουμε έναν εξωτικό προορισμό; Ενα 15ήμερο ταξίδι στην Ασία, για παράδειγμα, κοστίζει λιγότερο απ' όσο 1 εβδομάδα διακοπών στη Μύκονο. Και χωρίς 10ωρη καθυστέρηση και αναμονή στο λιμάνι... Και σε ξενοδοχεία ... 55 αστέρων, με αστακομακαρονάδες θεσπέσιες. Και με τα χρήματα που έχεις στην τσέπη σου να ενισχύουν τις ντόπιες, σακατεμένες οικονομίες, και όχι τον ντόπιο ληστή που σου χρεώνει 100 ευρώ τη βραδιά για ένα δωμάτιο με μπάνιο και κλιματιστικό.
- Δεν φεύγουμε όταν όλοι οι άλλοι γυρίζουν (όσοι μπορούμε τουλάχιστον); Η Αθήνα τον Αύγουστο ξαναγίνεται για λίγες μέρες η μαγική πόλη που ήταν κάποτε, ή ακόμη καλύτερα η μαγική πόλη που θα μπορούσε να είναι... Και δεν χορταίνεις να την περπατάς, ιδίως τα βράδυα.
- Δεν παίρνουμε το αυτοκίνητο ή τη μηχανή να εξερευνήσουμε την ηπειρωτική Ελλάδα, που είναι τόσο μα τόσο όμορφη; Η Ηπειρος έχει παραλίες με νερά να τα πιεις στο ποτήρι, τα νησιά του Ιονίου είναι ωραιότερα από των Κυκλάδων, και γεμάτα πράσινο, η βόρεια Ελλάδα με τα βουνά και τα ποτάμια της περιμένει παραπονεμένη (θυμάμαι μια διαδρομή με ταξί, για τις ανάγκες μιας συναυλίας, το καλοκαίρι του 2002, από Καστοριά με προορισμό τη Θεσσαλονίκη. Είχα κολλήσει στο τζάμι για περίπου 2 ώρες, με το στόμα να χάσκει ανοιχτό από το όργιο βλάστησης που έβλεπα παντού γύρω μου. Δεν είχα ιδέα μέχρι τότε!).
Φέτος, θα πάω στη Ρώμη. Και λίγο στο Αμάλφι. Και μετά θα γυρίσω στην Αθήνα, και θα ξεκουραστώ σε ένα σπίτι που έχω λίγο έξω από την πόλη, στον Κορινθιακό, με ωραία ηλιοβασιλέματα, υπέροχα νερά και φρέσκα ψάρια.
Και θα βγάζω τη Λούση βόλτα στην παραλία, και θα παίρνω όσο πιο βαθιές αναπνοές μπορώ, για να αδειάσω από όλα αυτά που με βαραίνουν και να ηρεμήσω, να ξεκουραστώ! Τι πολυτέλεια. Να διαβάσω κανά 2 βιβλία, αν τα καταφέρω ίσως και περισσότερα. Και να γεμίσω νέες ιδέες, και ενέργεια. Και στη Μύκονο θα πάω ένα τριήμερο το Σεπτέμβριο, την τέλεια εποχή για να γευτείς τα αρώματα και τα χρώματά της. Σε ένα σπίτι με 10 γάτες και μια καλή φίλη, να λέμε ιστορίες.

Δεν είναι ιδανικές αυτές οι διακοπές. Οντως. Αλλά κάνω ό,τι μπορώ. Κρατώντας ανοιχτούς λογαριασμούς με το μέλλον που έρχεται πριν καν το καταλάβεις.
Καλό καλοκαίρι σε όλους.

Η δύναμη της σιωπής

Το κείμενο που ακολουθεί το έγραψε ο Σπύρος Σαρανταένας, εκδότης (;) του θεσσαλονικιώτικου City 231, του δωρεάν οδηγού πόλης που πριν από μερικούς μήνες απέκτησε και δίδυμο αδελφάκι εδώ στην Αθήνα. Δεν τον γνωρίζω, ούτε ποτέ έχω μιλήσει μαζί του, αλλά πολλές φορές τα κείμενά του με συγκινούν ή έστω με αφορούν. Λίγο είναι αυτό, μέσα σε τέτοιο χαμό; Σαν τα κείμενα του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου στη Σαββατιάτικη Ελευθεροτυπία, τη στήλη του Αρανίτση, στο Επτά της Κυριακάτικης, του Βασίλη Αγγελικόπουλου στην Καθημερινή, της Μυρτώς Κοντοβά, όπου τα πετυχαίνω, της Ελένης Ψυχούλη στη LifO, όταν δεν είναι εντελώς αυτο-αναφορικά, και ορισμένων άλλων, που τους αναζητώ για να τους διαβάσω, έτσι και τα editorial του Σαρανταένα, μου μιλάνε, μερικές φορές, κατευθείαν στην καρδιά, και ας μου φαίνονται κάποιες από τις σκέψεις του απλοϊκές. Το συγκεκριμένο νόμιζα αρχικά πως περιέγραφε τις γυναίκες, αλλά δεν αφορά αυτές. Γράφει για τις σιωπές εδώ, άλλη μια πληγή θηλυκού γένους, έτσι κι αλλιώς.

... The sound of silence (Simon & Garfunkel)

19.07.2006
Δεν είναι όλες ίδιες μα? αυτές που με τραβάνε διαβάζουν τα μάτια, έχουν ενοχές, μνήμες, άρωμα σαν περισπωμένη, είναι ερωτικές, μοιάζουν βασανιστικές, ειρωνικές, απειλητικές, εκκωφαντικές, αμήχανες, παλαβές, νοσταλγικές, δίνουν υποσχέσεις, κάνουν βουβά τηλέφωνα, είναι συνειδητές και αδυνατούν να εκφράσουν τα συναισθήματα τους.
Στέλνουν κρυφά μηνύματα και με ένα βλεφάρισμα, μέσα σε λίγα λεπτά μπορούν να σου καταβροχθίζουν τα σπλάχνα. (Μετά αποκτούν ενοχικά σύνδρομα).
Πολλές φορές ένα ταλαιπωρημένο σώμα αδυνατεί να ακολουθήσει ένα ανήσυχο μυαλό που τρέχει αφηνιασμένο άλογο, μα αυτές εκεί, υπάρχουν ερεθιστικά πλάι σου, εθιστικά χαοτικές. Περιφέρονται από το Θέατρο των Βράχων και το Ηρώδειο μέχρι το Θέατρο Γης στα παλιά νταμάρια. Στη συναυλία των Scorpions, Deep purple, Depeche Mode, Καραΐνδρου, στους Shaolin, στη Shakira (μη γελάς, λέει, το κούνημα της αξίζει).
Είναι γοητευτικές, μα πιο πολύ ξεχωρίζουν εκείνες που σου χαμογελούν και σχεδόν με συνωμοτική διάθεση ψιθυρίζουν και τανίζονται ερωτικά. Κρύβουν γεγονότα που συνέβησαν σε παρελθόντες καιρούς, κρύβουν θυμό, μα πάντα ό,τι συναισθήματα και να περικλείουν είναι ο καθρέφτης μας, καθοριστικές για το μέλλον. Κάθε μια τους λέξη έχει πολλά να πει (από όλες που σε άγγιξαν μόνο αυτές θέλεις να παίρνεις μαζί σου τα βράδια).
Οι προθέσεις τους τις περισσότερες φορές είναι τρυφερές, μας γνέφουν γεφυρώνοντας τα χάσματα του νου. Κάθε απόπειρα όμως να τις εξηγήσεις ισορροπεί πάνω σε σκοινιά που τέμνονται και δημιουργούν πολύπλοκα σταυροδρόμια-αιτίες. Οι περισσότερες μας αφήνουν να υποθέσουμε, μα αλόγιστα καταλογίζουμε σε αυτές όσα μόνο το δικό μας κεφάλι φτάνει να καταλάβει. (Στην πραγματικότητα είναι οδυνηρό να μη μπορείς να τις ερμηνεύσεις).
Έχουν πολλά κομμάτια μέσα τους γι’ αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να τις προσεγγίσεις επιφανειακά. Κάνεις υποθέσεις με αποτέλεσμα κάπου να χαθεί ένα μικρό καρφί που όμως έχει σαν αποτέλεσμα, όπως λένε κάποιοι στίχοι, να χαθεί το πέταλο (και για ένα πέταλο χάθηκε το άλογο, για το άλογο ο αναβάτης, για τον αναβάτη η μάχη, για τη μάχη ο πόλεμος, η χώρα, η αυτοκρατορία).
Enjoy The Silence (Depeche Mode)
Δεν πρέπει να ψάχνουμε μακριά αυτό που μέσα μας έχουμε. Είναι οι σιωπές μας? Και είναι όμορφο, αληθινά όμορφο με κάποια αδελφή ψυχή να τις μοιράζεσαι. Σαν μια καυλωτική μελανιά που περιφέρεις με περηφάνια από το Κουκάκι μέχρι την Καλαμαριά.( Όχι αυτά που λες μα όσα δεν λες και κατανοεί ο άλλος μετράνε).
Υπάρχουν πολλών ειδών από αυτές? Κάποιες απλώνουν ένα κεντημένο πέπλο στην πραγματικότητα, με τέτοιο έντεχνο τρόπο που οι άλλοι νομίζουν ότι είναι η αποδοχή των λόγων και των έργων τους. Δεν έμαθαν να τις ερμηνεύουν. Η μία σιωπή διαφέρει από την άλλη και είναι τόσες όσες μυριάδες είναι οι πεταλούδες. Ίδιος φαινομενικά ο τρόπος που κινούνται τα φτερά μα καμιά ίδια με την άλλη. Πώς μεταφέρεται η ενέργεια που εκλύεται από το πέταγμα; Οι φόρμες και ο ρυθμός του μοτίβου των φτερών διαφέρει. (Ποτέ δεν έχει το ίδιο σχήμα, το ίδιο χρώμα, την ίδια ανάσα).
'Αλλες προδίδουν βεβαιότητα, άλλες προστατεύουν. Μέσα τους κρύβουν ολόκληρους μύθους κι άλλοτε αποσαφηνίζουν μια προδοσία. Τρέχουν με χίλια μέσα από τη συνείδηση, αδιαφανείς, αποφεύγοντας να αρθρώσουν λέξεις γι’ αυτό και μας σώζουν από την αλήθεια αλλά συγχρόνως μας δεσμεύουν. ( Ίσως κάποτε να είναι οι σιωπές και όχι τα λόγια που να πονάνε περισσότερο.)

Οι σιωπές μας είναι η εύγλωττη αδυναμία να περιγράψεις αυτό που νιώθεις: πολύ πόνο ή μεγάλη ομορφιά. Μερικές φορές ειρωνεύονται την ανώφελη περιέργεια μας. Κάποιες είναι που σιτίζουν όταν ενώνονται λαίμαργα σε ένα ατελείωτο φιλί. Μία από αυτές είναι η καταλυτική που σώζει. (Κάποιες όμως? όσες δεν σκοτώνουν, σαλεύουν βουβά το νου).?Οι Σειρήνες έχουν ένα όπλο πιο φοβερό και από το τραγούδι : Τη σιωπή τους. (Και πιθανότερο, -παρόλο που δεν έτυχε ποτέ-, θα ήταν να γλιτώσεις από το τραγούδι τους, παρά από τη σιωπή τους !? Φρ. Κάφκα) - Σπ. Σαρανταένας

Αναζητώντας το χαμένο χρόνο

Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο doncat.blogspot.com, το blog του Δον Γάτου, και γράφτηκε ειδικά γι'αυτό. Τώρα, και αρκετές μέρες αφού ολοκλήρωσε τον κύκλο του εκεί, το δημοσιεύω κι εδώ, για να υπάρχει και στη δική μου ... συλλογή. Οι υπέροχες εικόνες που επέλεξε ο Δον Γάτος, κατόπιν ... υποσυνείδητης επαφής που είχαμε, και που όλες απεικονίζουν έργα του Rene Magritte, δεν επαναλαμβάνονται φυσικά. Εδώ ένας άλλος Magritte, κοντινός στο ύφος αυτών που επέλεξε ο Δον Γάτος.

Είμαι ακόμη στο γραφείο, η ώρα περίπου 8 και βραδιάζει. Τα παράθυρα ανοιχτά, η δροσιά των τελευταίων ημερών μας επέτρεψε να κλείσουμε για λίγο τον κλιματισμό και να αναπνεύσουμε επιτέλους ελεύθερα. Απ’ έξω ακούγονται οι συνήθεις θόρυβοι της Μεσογείων, αυτοκίνητα πάνε κι έρχονται, με μεγάλες ταχύτητες (μου παίρνει περίπου 3 λεπτά να περάσω απέναντι, σε ώρα αιχμής). Ολοι, μα όλοι ανεξαιρέτως, βιάζονται.

Που πάνε όλοι αυτοί οι άνθρωποι, προς τα που κατευθύνονται με τέτοια αδημονία; Τους παρατηρώ μέσα από το ταξί τα πρωινά, ή περπατώντας στο κέντρο της πόλης, να διαλέγει ο καθένας την ευθεία του και να πηγαίνει, άλλος κουνώντας τα χέρια του νευρικά, άλλος κοιτάζοντας αποφασιστικά μπροστά, άλλος αφηρημένα, έχοντας χαθεί σε μια σκέψη ή σε μια εικόνα που περνάει δίπλα του. Και κοιτάζω τα πρόσωπά τους. Μου αρέσει πολύ να κοιτάζω τα πρόσωπα όλων αυτών των άγνωστων που κάθε μέρα προσπερνάω και με προσπερνούν, προσπαθώντας να μαντέψω τον κόσμο που κουβαλούν μέσα τους, τις σκέψεις που ορίζουν την κίνησή τους και τη φορά του βλέμματος. Όλα τα βρίσκεις σε αυτά τα βλέμματα. Βιασύνη. Προσμονή. Χαρά. Ελαφρότητα. Πονηριά. Φόβο. Συστολή. Γλύκα. Απελπισία. Λύπη. Μοναξιά. Συστολή. Αβεβαιότητα. Ελευθερία. Μερικές φορές και τίποτε από όλα τα παραπάνω. Μηδέν.

Όλα αυτά τα βλέμματα, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, που μερικές φορές βιάζονται τόσο που πέφτουν πάνω σου, σκοντάφτουν στο πεζοδρόμιο, χτυπάνε με τη τσάντα τους τη τσάντα σου, σε πατάνε για να μπουν πρώτοι, γρήγορα-γρήγορα, στο μετρό ή το λεωφορείο. Και μετά, αφού εισέλθουν βίαια για μερικά δευτερόλεπτα στη ζωή σου, φεύγουν για πάντα. Εξαφανίζονται μυστηριωδώς, για να αντικατασταθούν από άλλους, που με μαθηματική ακρίβεια θα συμπεριφερθούν πάνω-κάτω με τον ίδιο τρόπο. Χωρίς όμως να είναι οι ίδιοι.

Ολοι αυτοί οι άνθρωποι. Που όταν βρίσκονται πολλοί μαζί, ανάμεσα σε τόνους από τσιμέντο και γυαλί, κακόγουστα χυμένα όπου να’ναι, με τα αυτιά τους να δέχονται επίθεση από κύματα θορύβου, και τα μάτια τους να σκανάρουν μηχανικά τα θραύσματα των εικόνων που καταφθάνουν από παντού, είναι σαν να τους περισσεύει το εγώ τους. Σαν να μην έχουν τι να το κάνουν, σαν να μην ξέρουν πώς να το χωρέσουν σ’ένα σχήμα που να τους εκφράζει, χωρίς να προσβάλλουν, χωρίς να γίνονται αιχμηροί για τους Αλλους. Τους γύρω-γύρω. Και απαντούν στην επίθεση, με σφοδρότερη επίθεση. Και ξαφνικά, τα πρόσωπά τους και τα βλέμματα που ψάχνω να ανιχνεύσω, υποχωρούν, και αντικαθίστανται από τεράστια ρολόγια, με τους δείκτες να προχωρούν ακάθεκτοι, και το χρόνο να περνάει από πάνω τους αμείλικτος, χωρίς να τους αφήνει μια τόσο δα χαραμάδα διαφυγής. Είναι οι περιπτώσεις αυτές όπου ο Χρόνος παύει να γιατρεύει και να λυτρώνει, γίνεται εχθρός, γιατί περνάει άσκοπα, μέσα σε μια διαρκή κούρσα προς την επόμενη μέρα, που θα έρθει και θα είναι σχεδόν ίδια με την προηγούμενη. Σαν τη σταγόνα που πέφτει με τον ίδιο ρυθμό από τη βρύση που ξέχασες να κλείσεις εντελώς, και μέσα στη νύχτα έχει βαλθεί να παίξει με τα νεύρα σου. Τη βρύση σηκώνεσαι και την κλείνεις, αυτούς τους δείκτες όμως, σε αυτά τα τεράστια ρολόγια που έχουν εγκατασταθεί ύπουλα, με θράσος μέσα στο κεφάλι σου, δεν μπορείς να τους σταματήσεις.

Πριν από κάμποσα χρόνια, όταν ακόμη είχα την πολυτέλεια να ασχολούμαι με τέτοια πράγματα, έκανα το εξής πείραμα. Ξεκίνησα να περπατάω με κατεύθυνση από την Ομόνοια προς το Σύνταγμα, την ώρα που οι περισσότεροι κινούνταν αντίθετα (ναι, υπήρχαν ακόμη τότε - γιατί για το σήμερα δεν είμαι τόσο σίγουρη, κάτι ώρες μέσα στη μέρα, που η φορά των πολλών ήταν συγκεκριμένη). Και προσπαθούσα να κοιτάζω όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους κατευθείαν μέσα στα μάτια. Το αποτέλεσμα, απογοητευτικό. Οι περισσότεροι είχαν βλέμμα σκυθρωπό, κουρασμένο ή τσαντισμένο, ένιωθες τον αέρα πάνω από την Πανεπιστημίου γεμάτο από αυτόν τον τσαμπουκά, που σε γονατίζει. Γύρισα στο σπίτι καταβεβλημένη, ένιωθα το σώμα μου να έχει ανοίξει τρύπες, και από παντού να χάνω ενέργεια, σαν το τρύπιο λάστιχο που χάνει αέρα, και γρήγορα φλατάρει. Αργότερα βεβαίως σοφίστηκα διάφορους τρόπους να αμύνομαι σε τέτοιες πιθανές απώλειες, αλλά εκείνη την αίσθηση δεν θα την ξεχάσω ποτέ.

Και χωρίς να χρειαστεί να το πολυαναλύσω, είχα καταλήξει με ενστικτώδη σχεδόν βεβαιότητα στο συμπέρασμα πως ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου είναι ο χρόνος που περνάει άσκοπα, μηχανιστικά. Και όταν λέω άσκοπα, δεν εννοώ χωρίς κάποιον συγκεκριμένο, πρακτικό σκοπό, αλλά όταν ο σκοπός στερείται βαθύτερης ουσίας. Όταν υπηρετεί απλώς θέματα επιβίωσης, αλλά δεν αρκεί για να θρέψει το πνεύμα, την ψυχή σου, το σώμα σου με τα δώρα της ζωής.

Όταν οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες, οι εποχές, χρόνια ολόκληρα περνούν από πάνω σου και εσύ έχεις ξεχάσει πια να χαίρεσαι το πρωί όταν ξυπνάς. Να απομονώνεις το θεσπέσιο κελάηδισμα ενός πουλιού που, το άτιμο, βρέθηκε να τραγουδάει στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας στο κέντρο της πόλης. Να παρατηρείς το άνθισμα των δέντρων που φαίνονται μετά βίας από το παράθυρό σου. Να απαντάς με ένα ευγενικό βλέμμα σε αυτόν που σου ζητάει τον αναπτήρα, την ώρα που στέκεσαι μπροστά σε μια βιτρίνα. Να ερωτεύεσαι. Να σμίγεις με τον άλλο και να χάνεσαι με τις ώρες στο κορμί του, μέσα στο βλέμμα του. Να περπατάς στο δρόμο και να μην θυμίζεις απειλή, αλλά μια γλυκιά υπόσχεση. Να μην στέκεσαι αμήχανα μέσα σ’ένα μπαρ, κρατώντας ένα ποτό στο χέρι και ανταλλάσοντας κοινότοπες ανοησίες με τους υπόλοιπους, αλλά να χορεύεις, να φλερτάρεις, να μοιράζεσαι, να επικοινωνείς. Να κάνεις το χρόνο που περνάει να έχει μια κάποια αξία, και κάθε λεπτό που φεύγει από πάνω σου να φεύγει γεμάτο, πλήρες, χορτασμένο. Να μην περιμένεις μια μεγάλη απώλεια για να ξυπνήσεις. Να παραμένεις ζωντανός στις επάλξεις, έτσι κι αλλιώς.

Να κάνεις το χρόνο σύντροφο και φίλο, που μπορεί έτσι κι αλλιώς να είναι σχεδόν πάντα σκληρός μαζί σου, αλλά φίλος, όχι εχθρός.

Σκεφτόμουν όλα αυτά, όταν λίγο νωρίτερα σήμερα, ξεκινώντας να γράψω ένα κείμενο που δεν είχα ιδέα για τι θα μιλάει, άκουσα μέσα από τους θορύβους της Μεσογείων, τα τζιτζίκια στα δέντρα από κάτω, να λένε τα δικά τους και να προμηνύουν μια μέρα πιο ζεστή από τις προηγούμενες.

Που ελπίζω να μην χρειαστεί πάλι να κλείσουμε εντελώς τα παράθυρα στο γραφείο και να βάλουμε τα κλιματιστικά να δουλέψουν στο φουλ. Ελπίζω αυτό το Σαββατοκύριακο που έρχεται, να βρεθώ πάλι κοντά στη θάλασσα, και να μην είμαι περιτριγυρισμένη από ένα σωρό ανθρώπους που δεν τα πάνε καθόλου καλά με το χρόνο που περνάει, δυστυχώς για αυτούς αμείλικτος. Να αφήσω το βλέμμα να πέσει απαλά πάνω σε ένα άλλο ήρεμο βλέμμα και να γεμίσω για λίγο θάλασσα, να ονειρευτώ.

Και να πάψω να βλέπω στον ύπνο μου ότι καβαλάω ένα ποδήλατο, όπως όταν ήμουν έφηβη, και ξεχύνομαι με όση ταχύτητα μπορώ, με κατεύθυνση άγνωστη, σε μια άγνωστη γη, που ακόμη δεν μου έχει αποκαλυφθεί. Την terra incognita που κρύβεται από το φως και μου αποκαλύπτεται μόνο τα βράδια, όταν πια έχω πέσει σε βαθύ ύπνο, και τα όνειρά μου μού θυμίζουν τι ακριβώς είναι αυτό από το οποίο προσπαθώ να ξεφύγω, για να πάω εκεί που πάντα ποθούσα να είμαι.