Παρασκευή, Δεκεμβρίου 30, 2005

Αφιερωμένο σε σένα!


Dedication - (Clifton Nivison, Μάνος Χατζιδάκις)
Feel's like I'm getting older
I'm not afraid
although I'm worlds apart from yesterday
and yet I can't believe, I'm old enough today
to be in love, and feel in love
and see if love is the way
I don't need fancy places,
to spend the time
I'm happy just to be here,
with you tonight
and yet I'm not so sure,
the time it's really right
to be in love, and feel in love
and see if love is all right
And you will sing
as long as there's a song
the feelings never gone
it was the first time to be in love.
Maybe tomorrow, I'll never sing again
but I'll remember when
it was the first time to be in love...
The pictures slowly fading
and now it's gone,
the letters we remember are old and torn
and although the time has passed
the memory lingers on
to be in love, and feel in love
and know when love is gone

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2005

Ει, μ'ακούς ή με γράφεις;

Αρκετά με τη θλίψη και την εσωστρέφεια, λοιπόν. Δύο είναι, άλλωστε, παραδοσιακά, οι περίοδοι σε ένα έτος, που μπαίνεις στη διαδικασία να επανεκτιμήσεις πρόσωπα και καταστάσεις, να απορρίψεις πράγματα που δεν σου πάνε και να καλωσορίσεις άλλα, που ευφραίνουν τη ψυχούλα σου και κάνουν τη ζωή σου πιο όμορφη...
Αρκετή λύπη, τόσους μήνες, νισάφι! Πάμε για άλλα...
Αυτό σκέφτηκα, τράβηξα την κουρτίνα στο σαλόνι, έκλεισα τη μουσική και κάθησα λίγο στη σιωπή, να το σκεφτώ το πράγμα λίγο πιο καθαρά. Μήπως να πάψω να βλέπω πολλές ταινίες όταν είμαι χάλια, και να κάνω τη δική μου ζωή να μοιάζει λίγο περισσότερο σε ταινία; Μήπως θα ήταν πιο αξιοπρεπές να ανατρέψω έστω και για λίγες μέρες τον κανόνα που θέλει τη θηλυκή ψυχή κοντινή στη μελαγχολία και το κλάμα, κάθε φορά που κάτι πάει άσχημα;
Να σου πω, εσένα, που κοιτάζω στον καθρέφτη, ει! Πολύ με εκνευρίζεις, μου σπας τα νεύρα εντελώς, δηλαδή... Θέλω να σου σπάσω κάτι στο κεφάλι, να σε πετάξω κάτω και να αρχίσω να σε κλωτσάω, μπας και ξυπνήσεις... Τι ηττοπάθεια είναι αυτή... Τι μιζέρια! Να σου πω, αν κάτι δεν σου αρέσει στη ζωή σου, δική σου είναι και την κάνεις ό,τι γουστάρεις. Βρες τι είναι αυτό που σε χαλάει κι άλλαξέ το!!! Δεν είναι δα και το τόσο δύσκολο. Αφού εσύ του έχεις δώσει τη θέση που έχει, δεν την πήρε μόνο του. Ποτέ δεν την παίρνει μόνο του.
Πάνε όλοι στους ψυχαναλυτές τώρα τελευταία... Γιατί; Για να μάθουν να δίνουν ορισμούς στις ψυχώσεις τους, τα συμπλέγματά τους, τους φόβους τους, όταν στην πραγματικότητα λίγος δυναμισμός παραπάνω θα έλυνε πολλά από τα προβλήματα.
Ει, ξύπνα! Εσύ, στον καθρέφτη, ναι, σε σένα μιλάω... Ασε τα συγκαταβατικά χαμόγελα, δεν περνάνε αυτά σε μένα, εγώ σε ξέρω καλύτερα από κάθε άλλον... Τι, τι σου φταίει, γαμώτο; Πέτα το από το παράθυρο, πια, ρίξ'του ένα σουτ να φύγει από κει που ήρθε, και όλα θα είναι καλύτερα... Οποιος κι αν είναι ο λόγος, όποιο και να είναι το πρόβλημα, μια είναι η λύση... Ενα καλό, δυνατό σουτ με το δεξί, να πιάσει δίχτυ. Και μετά βλέπεις τι πρέπει να κάνεις, κι αύριο μέρα είναι...
Ει, μ' ακούς ή με γράφεις;


Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2005

Οταν το μόνο που λείπει είναι ένα αυτοκίνητο


Οταν μόλις έχεις τσακωθεί, όταν μόλις έχεις χωρίσει.
Οταν νιώθεις μόνος, όταν στην τηλεόραση δεν έχει καμία καλή ταινία,
και το video club είναι κλειστό.
Οταν όλοι σου οι φίλοι έχουν δουλειά ή κοιμούνται.
Οταν το γουρ γουρ σου σπάει τα νεύρα και θέλεις
να το στείλεις με μια κλωτσιά έξω από το παράθυρο.
Οταν η Λούσυ θέλει παιχνίδια κι εσύ θέλεις σιωπή.

Οταν δεν μπορείς να διαβάσεις, γιατί στο μυαλό σου υπάρχει χάος,
όταν η μουσική μέσα σε τέσσερις τοίχους ακούγεται ως θόρυβος στ' αυτιά σου.
Οταν στο σπίτι δεν υπάρχει ούτε μια στάλα αλκοόλ.

Οταν δεν γουστάρεις να δεις και ν'ακούσεις κανέναν,
και το περπάτημα δεν σε λυτρώνει,
γιατί δεν μπορείς να πας πουθενά πολύ γρήγορα.

Οταν έχει χάσει η ομάδα σου και ο Μπιλάρας έχει κατάθλιψη,
κι εσύ τον νιώθεις τον Μπιλάρα, γιατί τον αγαπάς.
Οταν βαριέσαι και τα μπαρ, και το σινεμά και την πόλη ολόκληρη.

Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που σου λείπει πιο πολύ ένα αυτοκίνητο.

Να μπεις μέσα, να βάλεις μπρος τη μηχανή και να ξεχυθείς στους δρόμους,
με τη μουσική να παίζει δυνατά
κι εσύ να βλέπεις μόνο τις γραμμές και τις πινακίδες.
Χωρίς να χρειάζεται καμία σκέψη,
πέραν του να μην τρακάρεις και να φτάσεις κάπου σώος.
Με τις εικόνες να αλλάζουν γρήγορα,
τόσο που να μην προλαβαίνεις να νιώσεις νοσταλγία για τίποτε.

Κάτι τέτοιες στιγμές, είναι που μου λείπει κι εμένα ένα αυτοκίνητο.


Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2005

Shitheads

Βαρέθηκα να τους βλέπω παντού. Υποτίθεται ότι η επιτηδευμένη μελαγχολία/θλίψη τους είναι στάση ζωής, και η κραυγαλέα εμφάνισή τους τρόπος να δηλώσουν τη διαφορετικότητά τους στη σούπα που κυκλοφορεί τριγύρω. Κάτι σαν το αντίδοτο στη βλακεία, ωστόσο στα δικά μου μάτια φαίνεται να στέκονται στον αντίποδα αυτής της βλακείας, η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος...
Με τα μάτια καρφωμένα στο κενό, και την ποζεριά να πηγαίνει σύννεφο, οι "θλιμμένοι" μαζεύονται σε συγκεκριμένα στέκια (φοβούνται την όσμωση, κάνει κακό στην ομοιομορφία), ακούνε μόνο dark/gothic/ebm sounds, ψωνίζουν AKOMH από το Remember, ανάμεσα σε άλλα ανάλογου ύφους retro spots, βλέπουν κυρίως splatter, δεν κάθονται σχεδόν ποτέ στον ήλιο (!!!) και διαβάζουν τα άπαντα του Λάβκραφτ ή κάργα Αλιστερ Κρόουλι. Με άλλα λόγια, κάνουν ό,τι ακριβώς έκαναν και πριν από 15 χρόνια, μόνο που τώρα έχουν μετακομίσει από την Πλατεία Αμερικής και τη Φωκίωνος, στου Ψυρρή και τις γύρω περιοχές. Οσοι βρεθήκανε έστω και τυχαία στο υπόγειο του Rebound, μεταξύ 1988 και 1991, αλλά και στη Φωκίωνος, στο Αγκάθι και τους γύρω δρόμους, θα θυμούνται τον τύπο που κράδαινε το αλά Μεσαίωνας σπαθί του χορεύοντας Sisters of Mercy και άλλα τέτοια, γραφικά... Τότε όμως ήταν η εποχή που η Αθήνα χωριζόταν σε φυλές, καθεμιά από τις οποίες διεκδικούσε το χώρο της μέσα στην πόλη. Ροκάδες, Ροκαμπιλάδες, indie rockers, μεταλάδες, σχινάδες, πάνκιδες, ντεθάδες, ravers και φλώροι, αναπαρήγαγαν την ατμόσφαιρα άλλων ευρωπαϊκών πόλεων, με μεγάλη καθυστέρηση - εντάξει, για την Αθήνα μιλάμε - αλλά πάντως, με μια - έστω αφελή - αθωότητα, προϊόν και των χρόνων εκείνων, που δικαιολογούσε και τη στυλιστική (και όχι μόνο) αντιπαλότητα.
Σήμερα, έτος 2005, όλα αυτά ανήκουν οριστικά στο παρελθόν. Οι μεταλάδες υπάρχουν φυσικά ακόμη και είναι μάλιστα, κατά γενική ομολογία, η δυνατότερη ίσως κατηγορία non- mainstream μουσικόφιλων στην Ελλάδα, με τους οπαδούς του metal να στηρίζουν σχεδόν το 80 με 90 τοις εκατό των συναυλιών που γίνονται, και να εξακολουθούν να παρακολουθούν πολύ θερμά τις νέες κυκλοφορίες στο χώρο. Μετά τους λαϊκοπόπ καταναλωτές (βλέπε Βίσση, Βανδή και τα λοιπά), η δεύτερη θέση τους ανήκει δικαιωματικά. Από όλες τις άλλες κατηγορίες, αν εξαιρέσεις το ομολογουμένως μεγάλο κοινό της ηλεκτρονικής σκηνής, που εν τω μεταξύ εξελίχθηκε και ανανεώθηκε πολλάκις, οι μόνοι που έχουν απομείνει είναι κάτι παλαιοροκάδες που συχνάζουν στην Αλεξάνδρας και τα Εξάρχεια, και οι διάδοχοι των indie rockers, που τώρα συχνάζουν στα Decadence, Mo Better, Corto Maltese, Closer και άλλα παρόμοια στέκια.
Οι σκοτεινοί, μελαγχολικοί τύποι όμως με τους οποίους καταπιανόμαστε, κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί είναι ακόμη έτσι... Πως είναι δυνατόν να πέρασε τόσος χρόνος από πάνω τους, χωρίς να αφήσει τα σημάδια του; Μια εξέλιξη, κάτι που να δείχνει μια δυναμική, ένας λόγος για όλη αυτή την εξτραβαγκάντσα, που να μην αποπνέει μόνο παρελθοντολαγνεία.
Η απίστευτη στυλιστική και πολιτισμική ξεφτίλα που ακούει στο όνομα "μέσος νεοέλληνας", είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, αστεία και κατάπτυστη. Το φαινόμενο της πλατείας Μπουρναζίου, όπου νεαροί γόνοι μεσοαστικών νεόπλουτων οικογενειών, βάζανε τσίτα Μαζωνάκη στο cabrio και στα καπάκια Dj Sasha, τα τελευταία χρόνια επεκτάθηκε και στην υπόλοιπη πόλη. Από αυτούς γεμίζουν οι μπουζουκλερί κάθε ΠΣΚ, οι ίδιοι περνάνε και από τις συναυλίες των Phil Collins και Duran Duran, για να αποτίσουν φόρο τιμής στα χαμένα τους νιάτα. Ωστόσο, ειλικρινά τρομάζω να σκεφτώ τι βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της ομοιόμορφης κρούστας.
Και για να καταλήξει κι όλο αυτό κάπου: Ποτέ δεν μου άρεσαν οι άνθρωποι που σου δίνουν να καταλάβεις με τόσο προφανή τρόπο πρώτον, ότι ανήκουν κάπου, και δεύτερον και το που ακριβώς ανήκουν! Κανένα μυστήριο, καμία γοητεία. Και αν στα fifties ή τα sixties το ιδιαίτερο στυλ ήταν από μόνο του μια επανάσταση, την εποχή που διανύουμε αντίστοιχες ντεμοντέ ακρότητες μόνο ως παραφωνία μοιάζουν.
Δηλαδή, δίπλα στις ορδές των οξυζενέ ξανθών, λαϊκοπόπ γυναικών του Κολωνακίου και της Γλυφάδας, με τα shorts και το τακούνι, που τόσο βαρεθήκαμε να βλέπουμε το καλοκαίρι που πέρασε, τι υπάρχει στην Αθήνα; Μαυροντυμένες τεθλιμμένες ερωμένες του σκότους, με κορακί μαλλιά, λευκή (από το make-up) επιδερμίδα και μαύρα βαμμένα νύχια, ή τα ροκ κοριτσάκια νέας κοπής, που ΟΛΑ φοράνε φαρδιά χαμηλοκάβαλα, αντι-ερωτικά τζιν; Που είναι ο ερωτισμός και το στυλ σε αυτή την πόλη; Μάλλον χάθηκε, μαζί με ό,τι άλλο απαιτεί χρόνο και φαντασία.
Παιδιά, ευθυμήστε, μην σας παίρνει από κάτω. Η ζωή είναι μικρή, δεν ξεπηδάει από το Κέντρο της Γης, και το χαμόγελο είναι σαν τον ήλιο, που τόσο αποφεύγετε. Μπορεί να μην έχει κανένα μυστήριο, αλλά σκοτώνει τα μικρόβια. Παντός τύπου μικρόβια.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2005

Αλλαζόνες είναι οι μέτριοι


Οι σπουδαίοι είναι δυνατοί

Μη μασάς. Αυτός που δίνει την ψυχή του σε ό,τι κάνει δεν το διαλαλεί. Δεν μπορεί παρά να ξέρει ότι ένα αληθινό δημιούργημα παύει να ανήκει οπουδήποτε, και αποκτά δική του οντότητα, με το που κατατίθεται από το δημιουργό του, προς εξερεύνηση.

Οσοι είναι αυτοί που διασταυρώνονται μαζί του, άλλες τόσες είναι και οι "ερμηνείες" του. Χωρίς σημειολογικές αναλύσεις, κριτικές προσεγγίσεις, εμπεριστατωμένες απόψεις και άλλα τινά, αυτό που κοινωνείται, αυτομάτως έχει ιδία υπόσταση.

Ενα διήγημα, λόγου χάρη, όσο υπάρχει προς τέρψη του συγγραφέα και μόνο, είναι σαν να μην υπάρχει. Αρκεί να το διαβάσει έστω άλλος ένας, για να γίνει υπαρκτό, να γίνει ο εντοπισμός στο χρόνο και το χώρο, που απαιτείται ώστε αυτό που γράφτηκε να έχει κάποιο νόημα.

Κι αν το έργο καταφέρει να αλλάζει τη ζωή αυτού που το ανακαλύπτει, έστω και για μία στιγμή, τότε το έργο είναι σπουδαίο και σημαντικό, κι ας μην το ανακαλύψουν ποτέ οι κριτικοί και άλλοι "ειδικοί". Μήπως είναι σκληρό να πει κανείς πως όλοι αυτοί δεν είναι παρά ναρκισσευόμενοι μεσάζοντες, ετερόφωτοι τιμητές της αλήθειας της δημιουργίας;

Που όσο πιο έντονο είναι το φως που εκπέμπει αυτή η αλήθεια, τόσο περισσότερο τυφλώνονται και αδυνατούν να το γευτούν;

Μέτριοι δεν είναι μόνο οι περισσότεροι δημιουργοί, αλλά, και κυρίως, όλοι αυτοί που αναλαμβάνουν το ρόλο του θεματοφύλακα, φιλτράροντας την ψυχή του έργου, μέσα από δικούς τους φόβους, αδυναμίες, αγκυλώσεις και ιδεολογήματα.

Τα τσιράκια των δημιουργών, οι αυλικοί τους, που δανείζονται λίγη από την αγωνία τους, για να περιφέρουν μετά τις μέτριες υπάρξεις τους, σε κόσμικά μπαρ και καφέ και να ανταλλάσσουν απόψεις. Για το έργο των άλλων. Γιατί πολλές φορές δεν έχουν τι άλλο να πουν...Και όσο πιο αρνητική η άποψη, τόσο εγκυρότερη και η φτωχή, δίχως ταλέντο, ζωούλα τους.
Δεν είναι άραγε προϋπόθεση η πνευματική αθωότητα και ο συναισθηματικός πλούτος, για να τοποθετηθείς απέναντι στο έργο ενός άλλου; Κι αυτό που ακριβώς σπουδάζεται;


(Σκέψεις με αφορμή το Henry Fool, την ταινία του Hal Hartley)

Σάββατο, Δεκεμβρίου 17, 2005

Τραγουδάκι


Να κοιμηθώ στο πάτωμα (Λίνα Νικολακοπούλου)

Κοντά στα κύματα θα χτίσω το παλάτι μου
Θα βάλω πόρτες μ' αλυσίδες και παγώνια
Και μες στη θάλασσα θα ρίξω το κρεβάτι μου
γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια

Να κοιμηθώ στο πάτωμα να κλείσω και τα μάτια
γιατί υπάρχουν κι άτομα που γίνονται κομμάτια

Ξυπνώ μεσάνυχτα κι ανοίγω το παράθυρο,
κι αυτό που κάνω ποιος σου το' πε αδυναμία
Που λογαριάζω το μηδέν μου με το άπειρο
και βρίσκω ανάπηρο τον κόσμο στα σημεία

Να κοιμηθώ στο πάτωμα να κλείσω και τα μάτια
γιατί υπάρχουν κι άτομα που γίνονται κομμάτια

Συναντήσεις


Αγοράζουν τις χαρές τους,
ασθμαίνουν μέσα σε τέσσερα επί τέσσερα,
πουλώντας χρόνο για ευτυχία,
φορούν αυτάρεσκα χαμόγελα
και ακκίζονται,
περιφέροντας τη θνητότητά τους
εδώ κι εκεί

και στον πρώτο χτύπο της καμπάνας,
ριγούν και σιωπούν φοβισμένοι,
με αγωνία κοιτούν ποιος έρχεται
να τους πάρει από τη γωνία,
σε ταξίδι άβολο να τους πάει

τους μιλώ μα δεν τους νιώθω,
μου μιλούν μα δεν με ακούν,
αμήχανα χαμόγελα μιας χρήσης,
λέξεις που πέφτουν βαριές στο κενό.

Καθείς στη μοναξιά του γυρίζει,
και την κεντάει με άλλη κλωστή.

Love will tear us apart


Πολύς καπνός απόψε, πολύ αλκοόλ...

Και πολλές σκόρπιες φράσεις, στίχοι και σκέψεις ανάκατες,
και το αγόρι απέναντι κοιτάζει επίμονα,
και δεν έχω τι να του πω.

Για στιγμές μόνο διασταυρώνονται τα βλέμματα,
δεν έχει νόημα,
ο πυρετός που αναζητάς
κρύβεται, ζει υπόγεια και αναμένει,
τη στιγμή που δεν θα υπάρχει καμία προσμονή, καμία λαχτάρα.

Ετσι πάντα γίνεται, και εσύ μετά να κάνεις πάντα τα ίδια λάθη.

Μα, άκου!


Ακου, μπορεί να είναι αλήθεια
πως το ζευγάρι είναι εργαστήρι
που φτιάχνει σαδισμό και νευρώσεις
και ο έρωτας είναι μόνο το όνομα
που δίνουμε σε μιαν αρρωστημένη ανάγκη
που γίνεται καταστροφή
και πάει λέοντας
όμως μπορείς να μου εξηγήσεις
τι κακό κάνω όταν σφίγγω το κεφάλι της
στα χέρια μου και σκέφτομαι
πως αν κράταγε για πάντα
δεν θα' ταν στο κάτω κάτω
τόσο άσκημα;

Ακου, μπορεί να' ναι αλήθεια
πως πρέπει να δεχόμαστε τη μοναξιά
κι αυτό τον ανθρώπινο ευνουχισμό μας
για να μην τρώμε ο ένας τον άλλον
και πάει λέοντας
όμως μπορείς να μου εξηγήσεις
τι κακό κάνω όταν κυνηγάω
αυτές τις ελάχιστες φορές
που να γαμάς είναι σα να γίνεσαι ένα
και με τον ουρανό και με το βλάκα το θάνατο,
για να σπάμε μετά μαζί
τα παγάκια που κρέμονται από μια πηγή;

Ακου, μπορεί να' ναι αλήθεια
πως πρέπει να καταλάβουμε όλοι
πως όταν γεννιέσαι είσαι κιόλας μισοχαμένος
γιατί είσαι μόνος ξαφνικά και δεν υπάρχει γυρισμός
και το άλλο μισό το χάνεις μετά
όταν σκοτώνουν το παιδί μέσα σου και πάει λέοντας

όμως ξέρεις τι σου λέω,
ελπίζω πως όταν θα είμαι ολότελα διαφορετικός,
ένας καινούριος άνθρωπος ανάμεσα σε καινούριους συντρόφους,
θα μου μείνει αυτή η χαζή όρεξη
να της δαγκώσω την κοιλίτσα
ή να της γλείψω τη μύτη ή δεν ξέρω τι,
αλλιώς, καλύτερα να μείνω όπως είμαι τώρα.



Αυτά έγραφε ο Ρόκκο στην/ για την Αντόνια,
πριν από κάμποσα χρόνια,
στο βιβλίο με τίτλο
"Ρόκκο και Αντόνια - Γουρούνια με φτερά"


Πέμπτη, Δεκεμβρίου 15, 2005

Οι 50 πιο αγαπημένες ταινίες (με τυχαία σειρά)

1. Blade Runner
2. Κουρδιστό πορτοκάλι
3. Ο πεταλούδας
4. Ο νονός
5. Στη φωλιά του κούκου
6. Τα καλύτερά μας χρόνια
7. Τσάι στη Σαχάρα
8. Αγρια Συμμορία
9. Καμπαρέ
10. Πολίτης Κέιν
11. Αλφαβιλ
12. Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι
13. Ο ταξιτζής
14. Amores Peros
15. The Wild One
16. All that jazz
17. Θάνατος στη Βενετία
18. Henry Fool
19. Αποκάλυψη Τώρα
20. Κλέφτης Ποδηλάτων
21. The years of living dangerously
22. Ο κύκλος των χαμένων ποιητών
23. The big chill
24. Hedwig and the angry inch
25. Ο μεγάλος Γκάτσμπι
26. Τελευταία έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ
27. Odd Couple
28. Ολοι οι άνθρωποι του Προέδρου
29. Pulp Fiction
30. Casablanca
31. Τα φτερά του έρωτα

32. The Big Blue
33. Gilda
34. Scarface
35. 12 Αngry Men
36. 12 Monkeys
37. Fisherking: Ο βασιλιάς της μοναξιάς
38. Το δικό μου Αϊντάχο
39. Until the end of the world
40. Trainspotting
41. High fidelity
42. Πέρα από την Αφρική
43. The Fight Club
44. Ο ψαλιδοχέρης
45. π
46. Η λάμψη
47. Pat Garrett and Billy the Kid
48. Blow up
49. Οι εραστές του Αρκτικού Κύκλου
50. In the mood for love

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2005

Bladerunner, 32.5 BM


Απόψε το blade runner εκπέμπει για πρώτη φορά. Δεν ακούει καμία μουσική ακόμη, δεν ξέρει τι χρώματα να φορέσει και για τι να πρωτογράψει...
Δεν πειράζει, θα τη βρούμε την άκρη.
Τετάρτη βράδυ, στο κέντρο της πόλης, διαμέρισμα στο 2ο όροφο παλιάς πολυκατοικίας. Στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο, για να υπάρχει η ψευδαίσθηση της γιορτής που έρχεται, αλλά και το ωραίο φως που απλώνουν τη νύχτα τα λαμπάκια, σ' όλο το σπίτι.
Το γουρ γουρ, ξαπλωμένο ξεδιάντροπα, δεν βλέπει τηλεόραση, δεν γράφει κείμενα, δεν κλαίει, δεν λυπάται, δεν καπνίζει, δεν αγχώνεται.
Μόνο κοιμάται. Και που και που τεντώνεται. Δοκιμάζω να το κάνω κι εγώ, αλλά δεν γίνεται. Αραγε τι όνειρα να βλέπει ένα γατί;